Αλήθεια… Πως γίνεται και οι άνθρωποι ξεχνάνε? Πως ξε- αγαπάνε? Δεν κατάλαβα ποτέ. Πως οι σχέσεις μεταλλάσσονται με τις εποχές και τα χρόνια, πως χάνουμε αυτά που κατακτήσαμε και απορρίπτουμε αυτά που διεκδικήσαμε? Πως γίνεται οι άνθρωποι να χωρίζουν και παύουν έτσι απλά να νιώθουν κάτι για αυτό που πριν αγαπούσαν? Πως λέμε «Νοιαζόμουν χτες για σένα αλλά σήμερα δεν νοιάζομαι πια»? Απίστευτο! Ξαφνικά κάποιος επενέβη στον εγκέφαλο μου και με έκανε να μη νιώθω πια τίποτα για σένα και να μη με νοιάζει ακόμα κι αν πάθεις κατάθλιψη ή αν πονέσεις, να μη με νοιάζει καν αν ζεις! Πως γίνεται αυτό που μέχρι χτες ήταν για σένα καταφύγιο, ο άξονας σου, αυτό που σου επέτρεπε να ξαναζεις από τις στάχτες σου ό,τι κι αν γινόταν, ξαφνικά να γίνεται ένα δωμάτιο κλειδωμένο για σένα?
Πως ονομάζεις κάποιον με σιγουριά «δοκιμασμένο φίλο»? Ποιος είναι ο τρόπος να καταλάβεις ότι αυτός που είναι δίπλα σου, είναι αληθινά δίπλα σου και θα νοιάζεται για σένα ό,τι και αν γίνει και πως μπορείς να ξέρεις ότι αυτά που κάνουν οι άλλοι για σένα τα εννοούν πραγματικά? Οι δοκιμασίες που κρατάνε κάποιον δίπλα μας στα δύσκολα, οι διαρκείς γενναιόδωρες κινήσεις αγάπης και το μοίρασμα προσωπικών κομματιών του καθενός αρκούν? Νομίζω πως ακόμα κι αν οι άνθρωποι εννοούν όσα κάνουν, την επόμενη στιγμή μπορούν με μια κίνηση να ακυρώσουν τα πάντα κι εκεί που κάποιος ήταν κοντά σου να σε αφήσει χωρίς αιτία. Όχι γιατί είναι ψεύτες αλλά γιατί τα συναισθήματα τους είναι πρόσκαιρα με αποτέλεσμα να ακυρώνονται διαρκώς. Αντιμετωπίζουν τους άλλους σαν ένα αξεσουάρ που βλέπουν σε μια βιτρίνα και αγοράζουν εν ριπή οφθαλμού, το φοράνε μία φορά- ίσως και μια ολόκληρη εποχή- και μετά δεν ξέρουν τι να το κάνουν. Συμφωνώ απόλυτα με αυτό που έχει πει η Virginia Woolf : «Η αγάπη… είναι απλώς μια ψευδαίσθηση. Μια ιστορία που κατασκευάζει κάποιος στο μυαλό του για ένα άλλο άτομο. Και γνωρίζουμε πάντα ότι δεν είναι πραγματική. Φυσικά το γνωρίζουμε- γιατί πάντα φροντίζουμε να μη μας καταστρέψουν την ψευδαίσθηση». Μας αρέσει να κατοικούμε στη σφαίρα του «νομίζω». Νομίζουμε πως μας αγαπούν, νομίζουμε πως νοιάζονται για μας, νομίζουμε πως μας έχουν ανάγκη, νομίζουμε πως έχουμε φίλους, νομίζουμε πως έχουμε γκόμενους, νομίζουμε πως έχουμε γενικώς… Νομίζουμε πως ζούμε αληθινά. Οι περισσότεροι είναι τυχεροί: Δε θα ξυπνήσουν ποτέ από το ψέμα. Άλλοι είναι πιο τυχεροί (ή πιο άτυχοι): γνωρίζουν ότι ζουν στο ψέμα αλλά δεν θέλουν να ξυπνήσουν. Όσοι “κοιμόμαστε” εθελοντικά είναι γιατί φοβόμαστε να ξεχωρίσουμε τις αλήθειες από τα ψέματα και προτιμούμε να μένουμε ασφαλείς με αυτά που νομίζουμε ότι έχουμε. Σαν να λέμε «ζήσε τη στιγμή και μην αναρωτιέσαι αν είναι αληθινή». Επειδή αγαπάς αυτούς που έχεις γύρω σου και προτιμάς να γυρίσει η γη ανάποδα παρά να τους χάσεις, σε βολεύει να πιστεύεις ότι κι εκείνοι σε αγαπούν το ίδιο αληθινά για να μη καταστραφεί η ψευδαίσθηση σου. Κι από τους άλλους προτιμάς την έστω και ψεύτικη επιβεβαίωση της γνησιότητας του ενδιαφέροντος τους παρά την αληθινή τους πρόθεση. Γύρω μας υπάρχουν κι άλλοι που επιλέγουν επίσης να νομίζουν αυτά που θέλουν για μας, παγιδεύοντας μας σε τίτλους και μας ζητούν περισσότερα από όσα μπορούμε να τους δώσουμε δεσμεύοντας μας αυθαίρετα σε σχέσεις που ουσιαστικά δεν μας εκφράζουν. Κι αφού η ψευδαίσθηση είναι κάτι πολύ εύθραυστο, την προστατεύουμε για να μη σπάσει με κάθε τίμημα, οπότε εκτός από απλοί θεατές γινόμαστε και κοινωνοί αυτού του «νομίζω». Μένοντας πιστοί στον ρόλο μας από την αρχή ως το τέλος λέμε στους άλλους αυτά που θέλουν να ακούσουν για να μην τους πληγώσουμε ή για να μη τους χάσουμε από το προσκήνιο. Όσες ευκαιρίες κι αν μας παρουσιαστούν, επιλέγουμε να αφήνουμε τους άλλους στην άγνοια τους και δεν λέμε τις αλήθειες που σκεφτόμαστε, νομίζοντας ότι ο ήχος τους είναι επικίνδυνα ισχυρός για τις αντοχές μιας ανθρώπινης καρδιάς. Ακόμα όμως κι όταν κλείνεις τη πόρτα στην πραγματικότητα, η αλήθεια μπορεί να μπει απρόσκλητη. Τότε ξυπνάς απότομα, όλα καθαρίζουν εντελώς, το τζάμι σου ξεθολώνει, ο ουρανός σου χάνει τα σύννεφα του και γενικά όλα μοιάζουν σαν ένα κοχύλι που είχες δει μισο-κρυμμένο στην άμμο και το μάζεψες αυθόρμητα εντυπωσιασμένη από μια άκρη του. Ένα κοχύλι που μόνο όταν το βρέξεις στο νερό και φύγει η άμμος βλέπεις καθαρά την εικόνα του- η οποία συνήθως δεν είναι έτσι όπως περίμενες πως θα ‘ναι. Κι επειδή αυτό που θα δεις δεν θα σου αρέσει πιθανόν να προτιμήσεις να το αφήσεις εκεί που το βρήκες και θα αλλάξεις πλευρό συνεχίζοντας το όνειρο σου. Γιατί οι άνθρωποι στην θέα της οποιασδήποτε αλήθειας κάνουν μόνο ένα πράγμα: κλείνουν τα μάτια σαν να μην είδαν τίποτα. Η αλήθεια προσφέρεται γυμνή, χωρίς περικοπές και διορθώσεις- ένα ξένο ρούχο που δεν φτιάχτηκε στα μέτρα μας- και η βουτιά στο βυθό της θέλει τόλμη και ισχυρή πεποίθηση ότι μπορείς να επιβιώσεις ακόμα κι αν ο μικρόκοσμος σου διαλυθεί. Όμως τελικά τι μπορείς να αντέξεις πιο πολύ: το να βγεις στο φως της αλήθειας ή το να επιλέγεις να μένεις για πάντα στη ψευδαίσθηση?
0 Comments
Leave a Reply. |
Ζωγραφίζοντας
|